Τετάρτη 10 Απριλίου 2013

Δημήτρης Σταρόβας


Δημήτρης Σταρόβας

Ο Δημήτρης Σταρόβας γεννήθηκε στις 10 Απριλίου 1963 στη Θεσσαλονίκη και είναι Έλληνας καλλιτέχνης, κιθαρίστας.

Ο Δημήτρης Σταρόβας ξεκίνησε τα καλλιτεχνικά του βήματα σαν ηλεκτρικός κιθαρίστας στην Ταχεία Θεσσαλονίκης του Νίκου Παπάζογλου. Εξαιρετικός ηχολήπτης σε στούντιο αλλά και σε live, γίνεται στη συνέχεια βασικό στέλεχος στο σχήμα “Άγαμοι Θύται” και αρχίζει να ξεδιπλώνει σιγά σιγά τα ταλέντα του... τραγουδοποιός, ηθοποιός, μάγειρας, αθλητικός σχολιαστής, παραγωγός ραδιοφώνου, καλοφαγάς.

Μετά την apisti.com, το “φαινόμενο” Δημήτρης Σταρόβας ξαναχτυπά με το «Συμμετέχει… ο Δημήτρης Σταρόβας». Αυτή τη φορά με μια μεγάλη χιουμοριστική παρέα αλλά και με εντιμότατους φίλους.

Κατά σειρά εμφάνισης παίρνουν το μικρόφωνο ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης –η γνωστή γιαγιά, ο Λάκης Λαζόπουλος –ως χαλαρός Θεσσαλονικιός, ο Βασίλης Καρράς –σε μια μπαλάντα έκπληξη, ακολουθεί η μοναδική Εβελίνα Παπούλια με μια βαθιά εξομολόγηση, ο "Αρβύλας" Στάθης Παναγιωτόπουλος στο δισκογραφικό του ντεμπούτο, ο Κώστας Μακεδόνας σε ένα δραματικό χασάπικο, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας σε μια απεγνωσμένη ερωτική μπαλάντα και τέλος, μια μονομαχία του Σταρόβα με τον Γιάννη Ζουγανέλη.

Και σε αυτό τον ανατρεπτικό δίσκο… συμμετέχει και ο οικοδεσπότης Δημήτρης Σταρόβας με μοναδικά χιουμοριστικά τραγούδια που σας φτιάχνουν τη διάθεση. Έκπληξη αποτελεί το γεγονός ότι εκτός των χιουμοριστικών τραγουδιών, ο Σταρόβας παρουσιάζεται και ως ώριμος τραγουδοποιός.

Από ένα τραγούδι υπογράφουν ο Φώτης Παντζόπουλος και ο Κώστας Ψυχογιός, η Λίνα Δημοπούλου στίχους σε δύο, ο Γιάννης Ζουγανέλης τους στίχους στο «Εκαήκανε τα δάση» και ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης στα «Βαφτίσια».

Την ενορχήστρωση έκανε ο Δημήτρης Σταρόβας και την επιμέλεια του δίσκου έκαναν μαζί με τον Άγγελο Σφακιανάκη.

Το cd «Συμμετέχει... ο Δημήτρης Σταρόβας» κυκλοφορεί από το label "Μικρός Ήρως".

Ιδιόχειρο βιογραφικό ενός Σταρόβα προτού γίνει σταρ:

«Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, στην εφηβεία μου είχα μανία με τον αθλητισμό. Ήμουν ακοντιστής για πολλά χρόνια, και σε μια εποχή που ο αθλητής δεν είχε προοπτική. Ασχολιόσουν μόνο από καύλα ή από εσωτερική ανησυχία. Κάποια στιγμή, είχα βρει ένα όργανο γυμναστικής που λεγόταν Bullworker. Το είχα στο σπίτι και μια μέρα ένας φίλος μου, ο Σωκράτης μου ζήτησε να το ανταλλάξω για μια εβδομάδα με μια κιθάρα. Το δέχτηκα. Πήρα την κιθάρα, άρχισα να βγάζω κάτι μελωδίες πάνω σε μια χορδή και απορούσα τι κάνουν οι υπόλοιπες – τι ρόλο παίζουνε. Όταν τελείωσε η ανταλλαγή έψησα τη μητέρα μου και μου αγόρασε κιθάρα. Εν τω μεταξύ, ήρθε σπίτι ένας άλλος φίλος που είχε μπαρκάρει στα καράβια και του είχαν δείξει πώς να παίζει. Την κούρδισε, έπαιξε ένα λα μινόρε, άκουσα πολυφωνία για πρώτη φορά και μαγεύτηκα. Είπα ότι αυτό θα κάνω στη ζωή μου και έτσι ξεκίνησε η ιστορία μου με τη μουσική.

Στην Πέμπτη γυμνασίου σταμάτησα το σχολείο και δεν το τελείωσα ποτέ, παρότι ήμουν καλός μαθητής. Το παράτησα εξαιτίας του μπιλιάρδου. Έπαιζα όλη μέρα γαλλικό. Λίγο αργότερα, στα 18 μου άρχισα να ασχολούμαι επαγγελματικά με τη μουσική. Σε μια άγρια εποχή, που αν διάλεγες να γίνεις μουσικός θα ‘παιζες ή στα μπουζούκια, ή σε πανηγύρια. Η φάση ήταν και λίγο συνυφασμένη με την αλητεία και δεν είχε προοπτικές – καταδίκη ήταν, χωρίς ωράριο. Έχει τύχει να παίξω από τις δωδεκάμισι το βράδυ σερί μέχρι τις δώδεκα παρά τέταρτο το επόμενο μεσημέρι. Πέρασα πολλά χρόνια και στα μπουζούκια και στα πανηγύρια. Το ’84-’85 ζούσα στο Βέλγιο, πάλι σε μπουζούκια. Μετά γνωρίστηκα με τον Παπάζογλου, παίξαμε μαζί τρία χρόνια και το 1990 έγιναν οι Άγαμοι Θύτες. Τα υπόλοιπα είναι λίγο – πολύ γνωστά».

De Siris