Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2010

Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας

Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας

Η Ναυμαχία της Σαλαμίνας ήταν ναυτική σύγκρουση μεταξύ του ελληνικού και τoυ περσικού στόλου που έγινε στις 28 ή 29 Σεπτεμβρίου του 480 π.Χ. στο θαλάσσιο στενό μεταξύ Σαλαμίνας και Αττικής. Κατέληξε σε πανωλεθρία των Περσών, διασφαλίζοντας τόσο τη σωτηρία της Αθήνας όσο και τη μη κατάκτηση της υπόλοιπης Ελλάδας από τους Πέρσες. Αποτέλεσε την δικαίωση του Θεμιστοκλή, που είχε κρίνει εκ των προτέρων ότι η τύχη μιας γενικής ελληνοπερσικής σύρραξης θα κρίνονταν από την υπεροπλία στην θάλασσα, σύμφωνα με το δόγμα «Μέγα το της θαλάσσης κράτος».
Πηγές
Σχεδόν όλες οι λεπτομέρειες της ναυμαχίας διασώζονται από τον αρχαίο, και σύγχρονο με τα γεγονότα της ναυμαχίας ιστορικό,Ηρόδοτο, που τις έχει καταγράψει στις «Ιστορίες» του. Τα αρχαιολογικά ευρήματα συνηγορούν και αυτά με τα λεγόμενά του Ηρόδοτου. Όμως σε κάποια σημεία ίσως να υπερβάλλει, πολύ πιθανόν επειδή οι πληροφοριοδότες του δεν υπήρξαν ακριβείς στις λεπτομέρειες των περιγραφών που του παρείχαν.
Πρόλογος
Καθώς ο στρατός του Ξέρξη, αφού διέσπασε την ελληνική αντίσταση στις Θερμοπύλες, συνέχισε ανεμπόδιστος νότια. Οι περισσότεροι Αθηναίοι εκκένωσαν την πόλη τους, σύμφωνα με τη συμβουλή του Θεμιστοκλή, στέλνοντας τις οικογένειες τους στην Τροιζήνα, στην Αίγινα και στη Σαλαμίνα.
Παραμονές της Ναυμαχίας
Οι Αθηναίοι συγκεντρώθηκαν κυρίως στη Σαλαμίνα, όπου βρισκόταν και ο ελληνικός στόλος, στον κόλπο μεταξύ του ακρωτηρίου Κυνόσουρα και της αρχαίας πόλης της Σαλαμίνας. Ο ελληνικός στόλος αποτελούνταν συνολικά από 366 πλοία (κατά τον Ηρόδοτο), συγκεκριμένα διασώζεται από τον Ηρόδοτο ο παρακάτω αναλυτικός κατάλογος, με τις πόλεις και τα πλοία που διέθεσαν:
Αθήνα:180    
Κόρινθος:40
Αίγινα: 30       
Χαλκίδα:20
Μέγαρα:20    
Σπάρτη:16
Σικυώνα:15   
Επίδαυρος:10
Ερέτρια:7       
Αμβρακία:7
Τροιζίνα:5      
Νάξος:4
Λευκάδα:3     
Ερμιόνη:3
Στύρα: 2         
Κύθνος:2
Κέα:2 
Μήλος:2
Σίφνος:1        
Σέριφος:1
Κρότωνας:1              
Σύνολο:366
Ο περσικός στόλος, που περιλάμβανε κατά τον Αισχύλο 1.207 πλοία, ήταν αγκυροβολημένος, μετά την κατάληψη της Αθήνας από τους Πέρσες, στο Φάληρο. Στις συσκέψεις μεταξύ των ναυάρχων των διάφορων πόλεων που προηγήθηκαν της ναυμαχίας, οι Πελοποννήσιοι, και κυρίως ο Σπαρτιάτης ναύαρχος Ευρυβιάδης, επέμεναν να γίνει η ναυμαχία κοντά στον Ισθμό προκειμένου, σε περίπτωση ήττας, να μπορέσουν ευκολότερα να διαφύγουν στην ενδοχώρα και να αντιμετωπίσουν εκεί τον περσικό στρατό. Ακολούθησε σκληρή διαφωνία μεταξύ του Θεμιστοκλή και του Ευρυβιάδη, ώσπου ο δεύτερος σήκωσε το χέρι του για να χτυπήσει τον Αθηναίο στρατηγό. Τότε ο Θεμιστοκλής είπε το περιφημο «πάταξον μεν, άκουσον δε» και ύστερα από συζητήσεις κατόρθωσε τελικά να πείσει τους στρατηγούς να παραμείνουν στη Σαλαμίνα και να ναυμαχήσουν εκεί, καθώς τα στενά γύρω από το νησί ευνοούσαν τις κινήσεις των ελληνικών πλοίων, που ήταν ευέλικτα και γρήγορα, σε αντίθεση με τα δυσκίνητα και ογκώδη, αλλά και πολυπληθή, περσικά.
Οι Πέρσες, αποβλέποντας στον αιφνιδιασμό των Ελλήνων, κινητοποίησαν το στόλο τους τη νύχτα της παραμονής της μάχης και αφού αποβίβασαν στο μικρό νησί Ψυττάλεια ένα επίλεκτο σώμα, τους "Αθάνατους", φρουρά του Ξέρξη, μπήκαν στο στενό και περικύκλωσαν τους Έλληνες. Εκείνοι ωστόσο είχαν πληροφορηθεί έγκαιρα τις κινήσεις του εχθρού από τον Αριστείδη, που ήρθε κρυφά την ίδια νύχτα από την Αίγινα.
Στη τραγωδία «Πέρσαι» του Αισχύλου ο Αγγελιαφόρος που καταφθάνει στο παλάτι του Ξέρξη για να προλάβει τα νέα της ναυμαχίας στη βασίλισσα αναφέρει ότι η νυχτερινή παράταξη του Περσικού στόλου οφειλόταν σε ελληνικό τέχνασμα. Ένας Έλληνας πληροφόρησε τον Ξέρξη ότι: "Όταν απλώσει η νύχτα το σκοτάδι θα ξεφύγουν οι Έλληνες. Θα πιάσουν τα κουπιά και κρυφά θα σκορπιστούν για να σωθούν". Ο Έλληνας αυτός ήταν ο δούλος Σίκινος του Θεμιστοκλή, που ο ίδιος έστειλε στον Ξέρξη με διαταγές να προσποιηθεί λιποταξία και να δώσει στους Πέρσες την ψεύτικη πληροφορία πως οι Έλληνες δεν ήθελαν μάχη και είχαν υποχωρήσει άτακτα στα στενά γύρω από τη Σαλαμίνα.
Ο Ξέρξης, σκοπεύοντας σε συντριπτική νίκη επί του ελληνικού στόλου, διέταξε τους ναυάρχους του: "Όταν πάψει ο ήλιος να καίει το χώμα και υψωθεί το σκοτάδι να παρατάξετε τα καράβια σας, να φράξετε το δρόμο σε τρεις σειρές. Πυκνά. Και μ' άλλα να τους κυκλώσετε γύρω από το νησί του Αίαντα. Και να φυλάτε τα στενά και τα περάσματα. Αν απ' τον κλοιό και το χαμό σωθούν οι Έλληνες, βρίσκοντας δρόμο τα καράβια τους, πήρα απόφαση. Θα πεθάνετε!" Οι Έλληνες όμως, δίχως στην πραγματικότητα να έχουν σκοπό να αποχωρήσουν, γευμάτισαν και ξεκουράστηκαν τη νύχτα, αφήνοντας τους εχθρούς τους άγρυπνους και σε συνεχή εγρήγορση, με τον περσικό και φοινικικό στόλο να ψάχνουν τον ελληνικό -που ήταν αγκυροβολημένος στην Κυνόσουρα- γύρω από τη Σαλαμίνα.
Οι παρατάξεις των στόλων
Ο περσικός στόλος αποτελούνταν από τρία τμήματα, με τους Φοίνικες στο δεξί άκρο, έχοντας το όρος Αιγάλεω ακριβώς πίσω τους. Στο αριστερό τμήμα βρίσκονταν ο Ιωνικός στόλος και στο κέντρο πλοία από την Κύπρο, την Καρία και την Κιλικία.
Στον ελληνικό στόλο, οι Αθηναίοι βρίσκονταν αριστερά (απέναντι στους Φοίνικες), δεξιά βρίσκονταν οι Μεγαρείς και οι Αιγινήτες, οι οποίοι κατείχαν την τιμητική θέση της ελληνικής παράταξης, επειδή θεωρήθηκαν πιο ικανοί ναυμάχοι από τους Αθηναίους. Οι υπόλοιποι Έλληνες παρατάχθηκαν στο κέντρο.
Ο Ξέρξης εκτός από τον θρόνο του που κτίσθηκε στο όρος Αιγάλεω, τοποθέτησε και 400 άντρες στο νησί Ψυττάλεια, που βρίσκονταν στο μέσο του Στενού της Σαλαμίνας, ώστε να σκοτώσουν ή να αιχμαλωτίσουν όσους τυχόν Έλληνες ναυαγούς καταλήξουν εκεί.
Η ναυμαχία
Οι πρώτες αψιμαχίες
Σε κάποιο αρχικό στάδιο, ένα τμήμα από 40 κορινθιακά πλοία, όπως ήταν παρατεταγμένα στο στενό, ξεκίνησαν να κωπηλατούν βόρεια. Αυτό το γεγονός παρεξηγήθηκε από κάποιους Έλληνες. Κάποιοι ερευνητές ισχυρίζονται ότι η ενέργεια αυτή έγινε για να αποφευχθεί κυκλωτική κίνηση από μέρους των Περσών. Τα περσικά πλοία όπως έλεγχαν την είσοδο του στενού, εύκολα θα μπορούσαν να αποδιοργανωθούν ή και να βρουν, κατά λάθος, στεριά και να καθηλωθούν. Επίσης, ήταν παραπάνω από φανερό ότι ο ελληνικός στόλος καθώς ήταν ευθυγραμμισμένος απέναντι στον εχθρό, ήταν έτοιμος για την τελική σύγκρουση.
Καθώς πλησίαζαν οι δύο αντίπαλοι στόλοι προς την τελική σύγκρουση, ακούγονταν από τα πληρώματα των ελληνικών πλοίων ο εξής παιάνας:
    παδες λλήνων τε,
λευθεροτε πατρίδ', λευθεροτε δ
παδας, γυνακας, θεν τέ πατρων δη,
θήκας τε προγόνων:
νν πρ πάντων γών.   
Ήταν η στιγμή που οι Έλληνες εξαπέλυσαν γενική επίθεση. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, δεν τίθεται τέτοιο θέμα αποχώρησης των Κορινθίων, αλλά αυτή η παρεξηγημένη κίνηση έγινε για να πάρουν τα συγκεκριμένα πλοία καλύτερη θέση λόγω και τον πρωινών ανέμων που επικρατούσαν στο στενό, αλλά και να αποφευχθεί οποιαδήποτε κυκλωτική προσπάθεια του αντιπάλου. Ο ελληνικός στόλος εκτείνονταν μετά το ‘’άνοιγμα’’ αυτό από την νησίδα του Αγίου Γεωργίου ως την Κυνοσούρα . Σε αυτό το σημείο, ένα συγκεκριμένο πλοίο επιτάχυνε κατά του κοντινότερου περσικού πλοίου και το εμβόλισε. Οι Αθηναίοι ισχυρίζονταν ότι ήταν το πλοίο του Αμεινία από την Παλλήνη, οι Αιγινήτες όμως υποστήριξαν ότι ήταν δικό τους πλοίο. Ο ελληνικός στόλος πάντως εξαπέλυσε οργανωμένη μαζική επίθεση κατά της άτακτα παρουσιαζόμενης περσικής γραμμής.
Η ναυμαχία σε πλήρη εξέλιξη
Έτσι οι Πέρσες, αιφνιδιάστηκαν όταν με την ανατολή του ήλιου ολόκληρος ο ελληνικός στόλος κινήθηκε εναντίον τους. Στο δεξιό άκρο ήταν παραταγμένα τα δεκάξι πλοία των Σπαρτιατών υπό τον Ευρυβιάδη, απέναντι από το στόλο των Ιώνων, και ακολουθούσαν τα πλοία των Αιγινητών και των άλλων ελληνικών πόλεων· στο αριστερό άκρο, αντιμέτωπες προς τους Φοίνικες, βρίσκονταν οι 180 αθηναϊκές τριήρεις με το Θεμιστοκλή. Πρώτα επιτέθηκαν τα αθηναϊκά πλοία και σε λίγο η ναυμαχία γενικεύτηκε: στην αρχή ο αγώνας ήταν αμφίρροπος, αλλά τα αθηναϊκά πλοία, χάρη στην υπεροχή των πληρωμάτων τους και στην επιδέξια τακτική του αρχηγού τους, κατόρθωσαν να τρέψουν σε φυγή τα φοινικικά πλοία και να κυκλώσουν από τα πλάγια τον υπόλοιπο εχθρικό στόλο. Από τότε κρίθηκε η τύχη της ναυμαχίας: σύγχυση και αταξία επικράτησε στην περσική παράταξη και τελικά οι Πέρσες τράπηκαν σε φυγή προς το Φάληρο, καταδιωκόμενοι από τους Έλληνες. Όταν πλησίαζε το τέλος της ναυμαχίας, ο Αριστείδης, επικεφαλής Αθηναίων οπλιτών, αποβιβάστηκε στην Ψυττάλεια και εξόντωσε μέχρις ενός τους Αθάνατους. Τη ναυμαχία παρακολούθησε ο Ξέρξης από μια πλαγιά του Αιγάλεω, ίσως το σημερινό Πέραμα, που κατ' ευφημισμό ονομάζεται "λόφος Ξέρξου".
Καθώς στο πεδίο της σύγκρουσης, η πρώτη γραμμή των περσικών πλοίων υποχώρησε λόγω της ορμής που δέχτηκαν από την ελληνική επίθεση, χωρίς κάποια σταθερή διάταξη έπεσε και η δεύτερη περσική γραμμή στη ναυμαχία και η τρίτη. Όλα αυτά έγιναν εντελώς ανοργάνωτα πάνω στον πανικό της μάχης. Στην αριστερή πλευρά των ελλήνων, ο Πέρσης ναύαρχος Αριαμπίγνης (αδελφός του Ξέρξη) σκοτώθηκε και τα πληρώματα υπό την διοίκησή του παρέμειναν χωρίς κάποιον ηγέτη. Οι Φοίνικες σταδιακά λόγω της πίεσης υποχώρησαν και πολλά πλοία τους ακινητοποιήθηκαν στην στεριά. Στο κέντρο της παράταξης, τα ελληνικά πλοία προωθήθηκαν και κατάφεραν να κόψουν στα δύο την περσική παράταξη. Παρόλα αυτά τα πλοία των Κορινθίων, πιστεύοντας πως ο στόλος των (αντίπαλων) Αιγυπτίων ήταν αρκετά δύσκολος για αυτούς να αντιμετωπιστεί, άργησαν να μπουν στο πεδία το συγκρούσεων.
Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι η Αρτεμισία, η βασίλισσα της Αλικαρνασσού, που υπό την διοίκηση της τα πληρώματα της Καρίας, επειδή καταδιωκόνταν από τον Αμεινία από την Παλλήνη, στην προσπάθειά της να διαφύγει, εμβόλισε και βύθισε ένα περσικό πλοίο. Παρόλα αυτά ο Ξέρξης νόμιζε ότι βύθισε ελληνικό πλοίο και βλέποντας ταυτόχρονα την αναποτελεσματικότητα του υπόλοιπου περσικού στόλου δήλωσε: «Οι άντρες μου έχουν γίνει γυναίκες και οι γυναίκες μου άντρες».
Απολογισμός
Η ναυμαχία τελείωσε με σοβαρότατες απώλειες για τους Πέρσες: παραδίνεται ότι έχασαν τουλάχιστον 200 πλοία, και μεγάλο μέρος των πληρωμάτων τους, επειδή δεν γνώριζε κολύμπι. Αντίθετα οι Έλληνες έχασαν μόνο 40 πλοία στις συγκρούσεις. Ο Ξέρξης προφανώς από τον θρόνο του, ήταν αυτόπτης μάρτυρας της πανωλεθρίας του στόλου του. Κάποιοι Φοίνικες υποτελείς προς το τέλος της ναυμαχίας, μάλιστα κατηγόρησαν τους Ίωνες (υποτελείς τότε των Περσών) ότι ήταν εξαιρετικά δειλοί. Όμως, ο Ξέρξης καθώς είδε ένα πλοίο Ιώνων να αιχμαλωτίζει ένα αντίπαλο (ελληνικό) πλοίο, διέταξε τον αποκεφαλισμό τους λόγω ψευδορκίας.
Αμέσως μετά την μάχη, ο Ξέρξης σκέφτηκε να κατασκευάσει ξύλινη γέφυρα στα στενά της Σαλαμίνας, ώστε να περάσει ο στρατός του απέναντι στην Σαλαμίνα και να επιτεθεί στους Αθηναίους. Όμως ο ελληνικός στόλος, φρουρούσε το στενό αμέσως μετά την νίκη του και αυτό αποδείχτηκε αδύνατο.
Φοβούμενος ότι οι Έλληνες θα κλείσουν το Στενό του Ελλησπόντου και θα απομονώσουν τον στρατό του στην Ευρώπη, ο Ξέρξης μαζί με το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών του επέστρεψε στην Περσία. Άφησε τον Μαρδόνιο με επίλεκτα σώματα πεζικού και ιππικού. Όλες όμως οι περσικές δυνάμεις εγκατέλειψαν την Αττική. Ο Μαρδόνιος πέρασε τον επόμενο χειμώνα στην Βοιωτία και οι Αθηναίοι βρήκαν την ευκαιρία να επιστρέψουν στην κατεστραμένη τους πια πόλη.
Το επόμενο έτος (479 π.Χ.) ο Μαρδόνιος ανακατέλαβε την Αθήνα, (ο ελληνικός συμμαχικός στρατός εξακολουθούσε να φρουρεί τον Ισθμό). Όμως οι συνασπισμένοι Έλληνες, υπό σπαρτιατική διοίκηση συμφώνησαν να προωθηθούν και να αντιμετωπίσουν τον Μαρδόνιο. Ο Μαρδόνιος και πάλι υποχώρησε προς την Βοιωτία για να εξαναγκάσει τους Έλληνες να πολεμήσουν σε ανοικτό πεδίο, κοντά στην πόλη των Πλαταιών. Τελικά, με την Μάχη των Πλαταιών, οι Έλληνες πέτυχαν την τελειωτική καταστροφή των περσικών εκστρατευτικών δυνάμεων που είχαν παραμείνει στην Ελλάδα. Την ίδια σχέδον μέρα διεξάγονταν και η Ναυμαχία της Μυκάλης αποδεκατίζοντας μεγάλο μέρος του περσικού στόλου.
Σημασία
Πέρα όμως από τις απώλειες σε ανθρώπους και πλοία, η σημασία της ναυμαχίας της Σαλαμίνας είναι μεγάλη, γιατί αποθάρρυνε τους Πέρσες και τους έκανε να εγκαταλείψουν ουσιαστικά τον αγώνα για την κατάκτηση της ελληνικής χερσονήσου, αν και διάθεταν ακόμα δυνάμεις πολύ μεγαλύτερες από εκείνες των Ελλήνων. Υπήρξε το σημείο καμπής των Περσικών πολέμων και σήμανε την αρχή του τέλους των επιθετικών συγκρούσεων των Περσών, οι οποίες απέτυχαν οριστικά με την ήττα στην Μάχη των Πλαταιών.
De Siris